Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2013

Χριστουγεννιάτικη περιπέτεια... ΝΤΟΟΥ



                                                                 12/01/2013
                                                                  παραμύθι

 Μια φορά και ένα καιρό, πριν πολλούς αιώνες
 στην αρχή μια χιλιετηρίδας ,
ένας πρίγκιπας ήθελε ένα δυνατό σκύλο,  
να φυλάει τις δυο όμορφες και μικρές κόρες του, 
απ´  τα άγρια ζώα του δάσους,
 τ´ αγρίμια στη ψυχή και τους κλέφτες στη ζωή. 
Έτσι μια Άνοιξη, πήρε τις μικρές πριγκίπισσες , 
την Μάριον και τη Σοφία 
και πήγε σ´ ένα πανηγύρι που γινόταν, στη διπλανή πόλη .
Ήταν όμορφα πολύ...Παιχνίδια διάφορα...
Ξύλινες  κατασκευές , ,κούκλες, υφάσματα, ρούχα,  
μικρά και μεγάλα ζώα , άγρια και ήμερα , τρόφιμα , 
μπαχαρικά, φρέσκα κι αποξηραμένα , λουλούδια, 
φυτά και διάφορα είδη πουλιών, ήταν όλα εκεί. 
Τραγούδια από πλανόδιους μουσικάντηδες , 
φωνές , και διάφορες συμφωνίες 
με διάφορους μουσικούς !!! 
Και να, σε μιαν άκρη του παζαριού, 
σε μια δροσιά, κάτω απ´ ένα δέντρο 
μέσα σε ένα μεγάααααλο  ξύλινο κλουβί,
ήταν δυο υπέροχα  μικρά σκυλάκια . 
Έμοιαζαν με μικρά αρκουδάκια έτσι κατάλευκα 
όπως ήταν,με τις μαύρες 
μουσούδες τους, 
που ξεχώριζαν έντονα. 
Έπαιζαν, έτρεχαν  και ήταν τόσο αμέριμνα, 
τόσο ευτυχισμένα. 
- Πως τα λένε; 
ρώτησε ο Πρίγκιπας  , τον έμπορο.
- Ντοου και Ερίν,  απάντησε ο έμπορος .
- Θα τα πάρουμε και τα δυο πατέρα; 
ρώτησαν οι μικρές πριγκίπισσες . 
- Ναι καλές μου, απάντησε ο πατέρας. 
Ήταν  ευτυχισμένες οι μικρές και πήραν αμέσως 
απ´ ένα στην αγκαλιά , καταχαρούμενες. 
Χαρές , παιχνίδια , οι μέρες άλλαξαν για τις πριγκιπισούλες , 
ήταν μια γλυκιά ευτυχία!!!
Κι ο Ντόου όμως , με την αδελφή του Ερίν ,
λες και κατάλαβαν, ακολουθούσαν παίζοντας, 
μα και σαν φύλακες πλέον συνέχεια τα κορίτσια.
Όλη την Άνοιξη και όλο το Καλοκαίρι, 
ήταν μαζί ευτυχισμένοι οι Μάριον, η Σοφία , 
ο Ντόου και η Ερίν . 
Πέρασε γρήγορα το φθινόπωρο και ήρθε ο χειμώνας... 
Ο πρίγκηπας ,
επειδή πλησίαζαν οι γιορτές των Χριστουγέννων, 
αποφάσισε να πάει στην διπλανή πόλη 
να πάρει δώρα για την Μάριον και την Σοφία. 
Έτσι, ξεκίνησε το πρωϊνό την παραμονή της μεγάλης γιορτής
 για να προλάβει  να φέρει τα δώρα ακριβώς 
το βράδυ των Χριστουγέννων. 
Τα κορίτσια εκείνη τη μέρα, έγραψαν γραμμα 
στο πνεύμα των Χριστουγέννων και ζήτησαν μια ευχή,
να ´χει καλά ο Χριστούλης, όσους τις αγαπούσαν 
και όσους αγαπούσαν και όλο τον κόσμο.
Χαρούμενες, βγήκαν έξω μετά απ´ το πρωινό, 
γιατί άρχισε να χιονίζει. 
Αφού ντύθηκαν ζέστα με σκούφους πολύχρωμους 
και με γάντια και άρχισαν να παίζουν 
με τ´ όμορφο χιόνι που απλώνονταν πάνω στην πεδιάδα, 
σαν κατάλευκο χαλί, 
αγκαλιάζοντας, όλη την πλάση. 
Πέρασαν οι ώρες ήρθε το μεσημέρι κι αποφάσισαν 
να πάνε μέσα στο πύργο, 
γιατί και το χιόνι δυνάμωσε 
και τα μάγουλα κοκκίνισαν και πάγωσαν από το πολύ κρύο
 και θέλησαν να πάνε στην αγκαλιά της μητέρας τους
 και στην θαλπωρή ,
απ´  την φωτιά που έκαιγε τερααααστια κούτσουρα , 
στο μεγάλο τζάκι του πύργου . 
Φώναξαν τον Ντόου και την Ερίν ,
 μα για πρώτη φορά τα σκυλιά , 
δεν ακολούθησαν τις μικρές πριγκίπισσες. 
Κοιτούσαν ανήσυχα στο δρόμο που χανόταν 
μεσ´ στη χιονοθύελλα πλέον, 
και ξαφνικά άρχισαν να τρέχουν 
μακρυά από τον πύργο
και χάθηκαν μεσ´ στο  χιονιά!!! 
Ολοι ανησύχησαν περνώντας οι ώρες,
όχι πλέον μόνο γιατί έφυγαν τα σκυλιά  
άλλα και γιατί δεν φαινόταν ο πρίγκιπας. 
Πλησίαζε , πλέον και η ώρα της μεγάλης γιορτής, 
 μια ώρα ήθελε ακόμα, ήταν έντεκα το βράδυ.
 Ξάφνου, από μακρυά άκουσαν χαρούμενα γαβγίσματα .
 Ο Ντόου με την Ερίν γύρισαν,
 όλοι έτρεξαν στην πόρτα, άνοιξαν και στο 
φως απ´ τα κεριά και τ´ αναμμένο τζάκι 
είδαν έξω απ´ την πόρτα τον πρίγκιπα κουρασμένο, 
ταλαιπωρημένο μα, 
μ´ ένα υπέροχο χαμόγελο ευτυχίας στο πρόσωπο. 
- Ο Ντόου με την Εριν μ´ έσωσαν, 
ήταν  οι πρώτες του κουβέντες.
- Αφού ψώνισα, από την πόλη  τα δώρα,  
μεσημέρι θα ´ταν, αποφάσισα να γυρίσω με την άμαξα . 
Στο δρόμο η χιονοθύελλα πύκνωσε πολύ,
 ερχόμουν μόνος και έλεγα σε λίγες ώρες θα ´ρθω 
 κοντά  σας ,
 να ´μαστε  μαζί ´τουτη τη βραδιά, 
μα ξαφνικά λύκοι φάνηκαν στον δρόμο...
Τρόμαξε τ´ άλογο σηκώθηκε στα δυο του πόδια, 
γύρισε η άμαξα , έπεσα πάνω σε θάμνους 
μέσα στο χιόνι, 
και αυτό αφηνιασμένο και τρομαγμένο,
 έφυγε καλπάζοντας . 
Τ´ ακολούθησαν οι λύκοι, 
εγώ  ίσα που πρόλαβα ν´ ανέβω σ´ ένα δένδρο 
για να μην με φάνε οι τρεις απ´ αυτούς 
που με περιτριγύριζαν. 
Είχα απελπιστεί γιατί κατάλαβα 
´ο,τι δε  θα μ´ έτρωγαν οι λύκοι μα θα πάγωνα, 
απ´ το κρύο.
Έτσι περνώντας η ώρα, το μόνο πλέον που σκεφτόμουν, 
 ήταν τα δώρα που δε θα μπορούσα να σας φέρω 
και καθώς βυθιζόμουν στον λήθαργο του ψύχους, 
γνώριμα γαβγίσματα ήχησαν. 
- Θα ´χω παραισθήσεις, είπα...
Και όμως, ήταν ο Ντόου με την Ερίν , 
που ´πεσαν μ´ απίστευτη ορμή και θάρρος ,
 επάνω στους τρεις λύκους 
και μετά από μια μεγάλη μάχη κατάφεραν 
να τους διώξουν και, σκούπισε τα δάκρυα από τα μάτια, 
 ο πρίγκιπας. 
Ήταν όμως, μόνο δάκρυα ευτυχίας. 
 Η ώρα έφτασε δώδεκα! 
Μυστηριακή  ησυχία, 
έπεσε στον ευτυχισμένο από ανθρώπους πύργο, 
καθώς ο πατέρας,  η μητέρα και τα δυο κοριτσάκια 
απολάμβαναν τα πραγματικά τους δώρα,
ο ένας στην αγκαλιά του άλλου έχοντας κοντά τους
 τα δυο όμορφα και θαρραλέα σκυλιά, 
που έφεραν τα δώρα τ´ αληθινά εκείνα 
 τα Χριστούγεννα στην αγαπημένη αυτήν οικογένεια . 
Χριστούγεννα, 
τα κεριά φώτιζαν απαλά τον πύργο,
το τζάκι έκαιγε και έξω συνέχισε να χιονίζει δυνατά, 
αγκαλιάζοντας όλη τη φύση ...
Με αγάπη




                                   Σωτήρης  Σπηλιώτης



                                             




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΩ ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΑΣΤΕΡΙ

ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΩ  ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΑΣΤΕΡΙ                                 Παραμύθι Κοίταξε , κοίταξε , εκεί ...