Η μικρή καρβουνόσκονη...
παραμύθι 23 10 2018
παραμύθι 23 10 2018
Ναι ναι ποσό μ αρέσει η φωτιά,
ναι αυτή η κοκιννοχρυση λάμψη
που με φέρνει τόσο κοντά σε εσάς
και στο παραμύθι μας, το δικό μας παραμύθι.
Ναι για εμάς όλους ,ναι για εσάς όλους,
εμείς
σ αυτό το παραμύθι είμαστε τα ξωτικά
και οι νεράιδες
που μεταμορφώνονται,
και εσείς οι καλοί άνθρωποι και τα παιδιά
που αγαπάνε τις ιστορίες τα παραμύθια,
και θ αγαπήσουν και την καρβουνόσκονη,
την μικρούλα καρβουνόσκονη που απομένει,
μετά από μέρες φωτιάς
μόνη σ ένα τζάκι.
Εκεί μέσ την μοναξιά της νύχτας, μεταμορφώνεται
σ ότι θέλει , μα ποιος να τα ξέρει όλα αυτά
ποιος να τα δει αυτά τα μαγικά,
παρά μόνο τα χρυσά λαμπερά αστέρια
μέσα στον χειμωνιάτικο νυχτερινό ουρανό,
που τα βλέπουν όλα που τα ξέρουν όλα
έτσι το μαγικό απόβραδο αυτή η μικρούλα,
αφού στην αρχή έβγαινε σαν σύννεφο καπνού
μέσα από το τζάκι του σπιτιού,
μετά έπαιρνε την μαγική μορφή της μικρούλας
καρβουνόσκονης,
καρβουνόσκονης,
ενός πανέμορφου μελαχρινού κοριτσιού
και μετά γινόταν μέσα στην νυχτιά ότι ήθελε.
Ένα δέντρο που μιλούσε, ένα πουλί που πετούσε,
ένα όμορφο ζώο που έτρεχε μέσα στο δάσος,
μια νεράιδα ,ένας πρίγκιπας, ένα όμορφο ξωτικό
ένα ψαράκι σε μια λίμνη μικρή,
μια αρκούδα σ ένα μεγάλο βουνό.
Ήταν ευτυχισμένη η μικρή καρβουνόσκονη
κι είχε τόσες ιστορίες που ήξερε,
που μπορούσε να πει ,τόσες αλήθειες τόσες ζωές
τόσα χρόνια τόσες εμπειρίες που γράφονταν
μέσα από το κάψιμο μιας φωτιάς,
που έπαιρνε τόσες ανάσες τόσες αγάπες
και τις έκανε σύννεφα ξεχασμένα πολλές φορές...
Είχε τόσες γνώσεις με τα χρόνια με τους αιώνες
και βοηθούσε βοηθούσε αυτούς που την είχαν ανάγκη.
Ναι ναι θα αγωνιστής για την ζωή σου,
ναι ναι θα αγωνιστής για την ψυχή σου,
έλεγε η μικρή καρβουνόσκονη κάθε φορά
που συναντούσε
κάποιον απελπισμένο κάποιον ταλαιπωρημένο.
κάποιον απελπισμένο κάποιον ταλαιπωρημένο.
Γιατί καμένη κι αυτή ήξερε,
ήξερε ιστορίες ,
ήξερε παραμύθια ήξερε ζωές πικραμένες
ήξερε παραμύθια ήξερε ζωές πικραμένες
η και χαμένες ψυχές ταλαιπωρημένες,
που έψαχναν για ορίζοντες σε μια ζωή γιομάτη πίκρες.
Η και χαρές πολλές φορές που χάνονταν,
πίσω από θολούς ουρανούς μέσα στην καταχνιά
μιας συννεφιασμένος νύχτας.
Μέσα σε καπνούς από φωτιές
που ξεπηδούσαν από τις καμινάδες των σπιτιών
χορεύοντας εκεί στα σκοτεινά,
μαζί με τα ξωτικά ,τις χιλιάδες χαμένες ιστορίες.
Η μικρή μας
καρβουνόσκονη το μικρό όμορφο κοριτσάκι
που έπαιρνε την μορφή της
μέσα από το καπνισμένο τζάκι, ήταν στην αρχή
σαν θολό σύννεφο σαν αναπνοή που άχνιζε
σηκώνονταν οι στάχτες κι έπαιρναν σχήμα,
ήταν τόσο όμορφη με υπέροχα μαύρα μαλλιά
μάτια μαύρα από τα κάρβουνα
και ένα υπέροχο γκρι χρώμα φόρεμα,
που απεικόνιζε επάνω λες όλη την φύση
από τα δάση και τα διάφορα λουλούδια
που είχαν χαθεί μέσα στις φωτιές της ψυχής της.
Έτσι της άρεσε να μεταμορφώνεται όταν ήταν μόνη
η πανέμορφη μελαχρινή μας αιθέρια καρβουνόσκονη
τα Χριστούγεννα γινόταν ένα λαμπερό
χριστουγεννιάτικο δέντρο,
σ ένα ολόκληρο δάσος στην πλαγιά ενός βουνού,
η δίπλα στο τζάκι ενός σπιτιού.
Η σ ένα μοναστήρι στην κορφή του μια χρυσή καμπάνα,
η ένας άγγελος μπρούντζινος σε μια πόρτα
μπορεί κι ένα σύννεφο, η ένας ήλιος,
η σ ένα ψεύτικο μα τόσο αληθινό αστέρι,
η και μια πυγολαμπίδα μέσα στην νύχτα.
Μα πολλές φορές γινόταν
και τα λαμπερά μάτια ενός ζώου
και τα λαμπερά μάτια ενός ζώου
που έβλεπε τα πάντα μέσα στην νυχτιά,
μέσα στην ζωή.
μέσα στην ζωή.
Οι χιλιάδες εικόνες της φύσης
από τις ζωές και τις ιστορίες,
μεταμόρφωναν αυτό το όμορφο μικρό σύννεφο
κάρβουνο σκόνης, με μια μαγική δύναμη,
σ ότι ποιο όμορφο ονειρευόταν η ψυχή της.
Ήταν μέρες Χριστουγέννων,
βράδυ μετά τα μεσάνυχτα
βράδυ μετά τα μεσάνυχτα
και η μικρή μας καρβουνόσκονη σηκώθηκε
σαν ένα μικρο σύννεφο από το τζάκι.
Είχε αποφασίσει ότι φέτος τα Χριστούγεννα
θα τα περνούσε σ ένα σπίτι, που η θλίψη ξεχείλισε
όταν πέρασε από κοντά του.
Έλα κοντά μας μικρή νεράιδα καρβουνόσκονη
της είπε η θλίψη,
χάθηκαν οι γονείς από εδώ,
χάθηκαν όταν ένας άδικος χιονιάς τους σκέπασε
πηγαίνοντας να κάνουν δουλειές στα χωράφια,
για να μπορούν να ταΐσουν τα τέσσερα παιδιά τους
και αυτές της μέρες είναι μόνα τους,
μόνο οι πίκρες τα συντροφεύουν εγώ η θλίψη,
η καταχνιά, η πείνα ,το κρύο.
Σαν άγγελοι ξεχασμένοι μόνοι σ ένα σπίτι,
χωρίς φως χωρίς ζέστη μόνο με χαμένες ελπίδες,
μόνο με πονεμένη την αγάπη σε μια κρύα γωνία
για τους γονείς,
μόνο με την απελπισία και τον πόνο να τους κάνει παρέα.
΄Ετσι αυτήν την βραδιά την βραδιά των Χριστουγέννων
η μικρή Καρβουνοσκονίτσα,
το μικρό μας μελαχρινό κοριτσάκι με την τεράστια δύναμη
πήγε στο σπίτι με τα τέσσερα παιδιά
κι εκεί έγινε όλα,
σ αυτό το μαγικό βράδυ.
Έγινε το φως της ζωής, έγινε η ζεστή της ψυχής
κι άναψε στο σπίτι,
έγινε το δέντρο που στόλιζαν τα τέσσερα αδελφάκια,
έγινε οι χαρούμενοι γονείς που μόνο αγάπη
και φιλιά είχαν να δώσουν μια τέτοια βραδιά
και έγινε τα πολλά γλυκά και τα φαγητά
μέσα στο σπίτι, και το κατάλευκο χιόνι
που έπεφτε απαλά έξω.
Η μικρή μας καρβουνόσκονη έγινε τα πάντα για τα παιδιά
μέσα στα όνειρα τους,
αυτά χαμογελούσαν ευτυχισμένα.
Τις πρώτες πρωινές αχτίδες της μέρας
με την γέννηση του Χριστούλη, να την γιορτάζει όλη η φύση
χτυπώντας οι καμπάνες στα χωριά στις εκκλησίες
δεν άλλαξε τίποτε σ αυτό το σπίτι,
η πραγματικότητα άλλαξε.
Σηκώθηκαν το πρωί τα τέσσερα αδελφάκια
όλα ήταν χαρούμενα και ζεστά στο σπίτι
δεν υπήρχε ούτε η θλίψη ούτε η καταχνιά
παρά μόνο οι γονείς και τα παιδιά μέσα σε τόση ομορφιά
και το πιο όμορφο χριστουγεννιάτικο δέντρο του κόσμου.
Τα τέσσερα αδελφάκια έφαγαν το πρωινό
και είπαν στους ευτυχισμένους γονείς
ότι θα πάνε να τραγουδήσουν να καζαντίσουν
την γέννηση του Χριστού όλο χαρά.
Λένε στο παραμύθι μας, λένε στο παραμύθι σας
πως ποτέ δεν ξανάδε κανείς
εκείνο το όμορφο κοριτσάκι την καρβουνοσκονη
ποτέ.
Από τότε και μετά έμεινε
σ εκείνο το σπίτι στην άκρη του χωριού,
που το γέμισε με τόση ευτυχία
σαν ένα όμορφο λαμπερό χριστουγεννιάτικο δέντρο.
Κανείς μα ποτέ ,μα ποτέ ,δεν ξαναείδε
την μικρή καρβουνοσκονη
κανείς άλλος ίσως
εκτός από εμένα,
λοιπόν
που σας μίλησα για αυτό το παραμύθι
άραγε αλήθεια ποιος να μου το είπε...
ΚΑΛΈΣ ΓΙΟΡΤΈΣ
παραμυθι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου